Αποκωδικοποιώντας το «DNA» βιωσιμότητας των επιχειρήσεων

Οι κρίκοι της αλυσίδας βιωσιμότητας που «αποκωδικοποίησαν» από κοινού η Αccenture και το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ, συνίστανται σε 21 πρακτικές, που αφορούν όλο το φάσμα των οργανισμών: ενθαρρύνοντας τις ανθρώπινες σχέσεις και συνδέσεις, ενισχύοντας τη συλλογική ευφυΐα και προωθώντας την υπευθυνότητα και τη λογοδοσία σε όλα τα επίπεδα. Για την επικύρωση του μοντέλου η Accenture, σε συνεργασία με την Arabesque S-Ray, έναν πάροχο ESG δεδομένων, δημιούργησε τον Δείκτη Βιώσιμου Οργανισμού (Sustainable Organisation Index – SOI). Πάνω στο Δείκτη SOI βαθμολογήθηκαν σχεδόν 4.000 εταιρείες, με βάση τα απτά αποτελέσματα των ESG πρακτικών σε 146 τομείς. Στη συνέχεια, αξιοποίησαν οικονομετρικές αναλύσεις ώστε να ελέγξουν τη συσχέτιση των βαθμολογιών SOI με τις επιδόσεις σε επίπεδο οικονομικών αποτελεσμάτων και βιωσιμότητας.

Το πλέον ενδιαφέρον συμπέρασμα είναι ότι οι οργανισμοί στο πρώτο τεταρτημόριο του SOI εμφανίζουν σημαντικά ισχυρότερη απόδοση σε σύγκριση με αυτούς με χαμηλότερες ή λιγότερο συνεπείς βαθμολογίες. Συγκεκριμένα, οι εταιρείες με ισχυρό DNA Βιωσιμότητας επιτυγχάνουν κατά μέσο όρο αύξηση 21% τόσο στη λειτουργική τους κερδοφορία (EBITDA) όσο και στο περιβαλλοντικό και κοινωνικό αντίκτυπό τους.

Η μέση βαθμολογία σε όλες τις εταιρείες στο δείκτη SOI ήταν μόλις 52/100, ένδειξη ότι υπάρχει σημαντικό περιθώριο βελτίωσης σε όλα τα επίπεδα. Οι επιδόσεις των εταιρειών ήταν συγκριτικά καλύτερες σε παράγοντες που σχετίζονται με την κατηγορία «ανθρώπινες σχέσεις και συνδέσεις», ενώ τις χειρότερες επιδόσεις κατέγραψαν στην κατηγορία «συλλογική ευφυΐα», με μέσο όρο στην κλίμακα βαθμολογίας SOI 57 και 47 αντίστοιχα. Η μελέτη προτείνει τρία διαδοχικά βήματα, για την παραγωγή ολιστικής αξίας, με εργαλεία προσαρμοσμένα στις ανάγκες και το όραμα κάθε επιχείρησης:

  • Διάγνωση: Αξιολόγηση σε υψηλό επίπεδο με χρήση διαγνωστικών εργαλείων που αποκαλύπτουν τομείς της επιχείρησης όπου το DNA Βιωσιμότητας είναι ισχυρότερο και τομείς όπου απαιτείται ενίσχυση.
  • Καθορισμός: Προσδιορισμός βασικών παρεμβάσεων που είναι απαραίτητοι για την επίτευξη των στόχων βιωσιμότητας της εταιρείας.
  • Ανάπτυξη: Δημιουργία οδικού χάρτη -βασισμένου στο όραμα της εταιρείας για αλλαγή- με ένα σαφές σύνολο δεικτών (KPIs) για τη μέτρηση της προόδου σχετικά με την ενίσχυση του DNA Βιωσιμότητας σε διαρκή βάση.

Σύμφωναμε τονPeter Lacy, Chief Responsibility Officer και Global Sustainability Services Lead της Accenture, το μυστικό των «πρωτοπόρων» εταιρειών, που κατατάσσονται στην κορυφή του πίνακα SOI και αντίστοιχα βελτιώνουν την κερδοφορία τους, είναι ότι «χρησιμοποιούν νέες τεχνολογίες και σύνολα δεδομένων ESG για να δημιουργήσουν πιο βιώσιμες και ανθεκτικές αλυσίδες εφοδιασμού, αξιοποιούν συστηματικά την καινοτόμο δύναμη της διαφορετικότητας και αναπτύσσονται θέτοντας τις ανάγκες των ενδιαφερομένων μερών στο επίκεντρο των προϊόντων, των υπηρεσιών και των νέων αγορών».

DNA βιωσιμότητας & ελληνικές επιχειρήσεις: Εvery business is a sustainable business
Τον καθοριστικό ρόλο που μπορεί να παίξουν τα διαγνωστικά εργαλεία του «DNA Bιωσιμότητας» στην εξέλιξη των ελληνικών επιχειρήσεων, ανέλυσε στο ESG+ o Γιωργής Κριτσωτάκις, CMT Strategy& Consulting Lead, της Accenture. «Οι καταναλωτές, οι κυβερνήσεις και οι μέτοχοι απαιτούν όλο και περισσότερο από τις επιχειρήσεις να ενισχύουν τις πρωτοβουλίες βιωσιμότητας. Όμως, ενώ η πίεση αυξάνεται, υπάρχει μια αναντιστοιχία μεταξύ έργων και λόγων, η οποία έχει σημαντικές επιπτώσεις όχι μόνο στην καταπολέμηση της κλιματικής κρίσης, αλλά και στη μακροζωία και την οικονομική επιτυχία των εταιρειών στη νέα οικονομία», δήλωσε, προτρέποντας τις ελληνικές επιχειρήσεις να κινηθούν πιο δυναμικά. «Ως Accenture, λαμβάνοντας υπόψη τις συζητήσεις με τους πελάτες μας και τα έργα που υλοποιούμε, βλέπουμε να αναπτύσσεται και στη χώρα μας ένα θετικό momentum και είμαι προσωπικά αισιόδοξος ότι οι ελληνικές επιχειρήσεις θα επαληθεύσουν την προσέγγισή μας ότι “Εverybusiness is a sustainable business”», κατέληξε.

Την ανάγκη για υιοθέτηση πρακτικών βιώσιμης ανάπτυξης και στο ελληνικό επιχειρηματικό τοπίο, τόνισε, σχολιάζοντας τη μελέτη της Αccenture, o καθηγητής Χρηματοοικονομικής Δημήτρης Καινούργιος, Διευθυντής του ΚΕΜΕΧ, του τμήματος Οικονομικών Επιστημών του ΕΚΠΑ.

«Το “ταξίδι” της βιώσιμης ανάπτυξης δεν είναι εύκολο αλλά υπάρχουν διακριτά οφέλη από τα πρώτα στάδια υλοποίησης, ακόμα και για μικρότερες εταιρείες στην χώρα μας», επισημαίνει ο καθηγητής, δίνοντας παραδείγματα καλών πρακτικών ESG για τις ελληνικές επιχειρήσεις. «Οι εταιρείες πρέπει να ξεκινήσουν να μετρούν το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα και να βρουν τρόπους να εξοικονομήσουν πόρους. Η ύπαρξη μιας ελκυστικής εταιρικής κουλτούρας με κοινωνικό πρόσωπο, θα βοηθήσει τις εταιρείες να διατηρήσουν το προσωπικό τους και να προσελκύσουν ευκολότερα στελέχη που κάνουν την διαφορά. Tέλος, εστιάζοντας στην Εταιρική Διακυβέρνηση, και κυρίως στην Διαχείριση Κινδύνων, οι εταιρείες θα προσελκύσουν ευκολότερα χρηματοδότηση αλλά και θα προσεγγίσουν ευκολότερα εταιρείες πελάτες/προμηθευτές της εφοδιαστικής αλυσίδας που ανήκουν».


Γιώργης Κριτσωτάκις, CMT Strategy & Consulting Lead, της Accenture
«Οι οργανισμοί στην Ελλάδα αναγνωρίζουν τη σημασία της βιωσιμότητας, με μεγάλη μερίδα επιχειρήσεων να διατηρεί ψηλά τον πήχη των προσδοκιών της κοινωνίας για βιώσιμη ανάπτυξη. Παρά όμως τις προκλήσεις της ελληνικής οικονομίας την τελευταία δεκαετία και τις αλλαγές που επέφερε η πανδημία, οι ελληνικές επιχειρήσεις οφείλουν να κινηθούν ακόμα πιο δυναμικά», πρόσθεσε ο ίδιος, παρουσιάζοντας την πρόταση της Accenture. «Επενδύοντας στο DNA Βιωσιμότητάς τους, θα είναι σε θέση να παραμείνουν στην πρώτη γραμμή του τομέα δραστηριότητάς τους, επιτυγχάνοντας παράλληλα διαρκή οικονομική ανάπτυξη και θετικό αντίκτυπο στους ανθρώπους και τον πλανήτη».


Δημήτρης Καινούργιος, Διευθυντής, ΚΕΜΕΧ, Τμήμα Οικονομικών Επιστημών, ΕΚΠΑ
«Οι βέλτιστες πρακτικές ESG πρέπει να είναι συνυφασμένες με το πώς μια εταιρεία, ανεξαρτήτως μεγέθους, βλέπει την στρατηγική ανάπτυξης της και το πώς υποστηρίζει τις κοινότητες στις οποίες δραστηριοποιείται στο εξωτερικό αλλά και στην Ελλάδα.

Οι ελληνικές επιχειρήσεις που είναι σχετικά μικρές, με λιγότερους πόρους και για τις οποίες η εφαρμογή των πρακτικών ESG φαίνεται πολύ διαφορετική από ότι στις πολυεθνικέςεταιρείες, μπορούν να βρουν μια πληθώρα δεικτών ESG, για παράδειγμα από το Global Reporting Initiative και το World Economic Forum, τους οποίους μπορούν να κατανοήσουν και να δοκιμάσουν
την εφαρμογή τους».

COP26: Μικρά βήματα μπροστά ή “πολύ λίγο, πολύ αργά”;

«Καλοδεχούμενα βήματα μπροστά, που όμως δεν είναι αρκετά». Με αυτή τη φράση συνόψισε ο Αντόνιο Γκουτέρες, ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ το αποτέλεσμα της 26ης Συνδιάσκεψης για το Κλίμα, της COP26, στη Γλασκόβη της Σκοτίας. Μπορεί ο στόχος για την συγκράτηση της ανόδου της παγκόσμιας θερμοκρασίας στους 1,5°C ως το τέλος του αιώνα να κρατήθηκε ζωντανός, όμως «ο σφυγμός του είναι αδύναμος, και θα επιβιώσει μόνο αν κρατήσουμε τις υποσχέσεις μας», παραδέχθηκε ο πρόεδρος της Συνδιάσκεψης και Βρετανός Υπουργός Επιχειρηματικότητας Αλόκ Σάρμα. Σύμφωνα με το Δείκτη Δράσης για το Κλίμα (Climate Action Tracker), που συντάσσουν οι επιστημονικές ομάδες των ανεξάρτητων θεσμών New Climate Institute και Climate Analytics, ακόμα και αν όλες οι δεσμεύσεις της Σύμβασης της Γλασκόβης τηρηθούν στο ακέραιο, η άνοδος της θερμοκρασίας θα κινηθεί στους 1,8°C και στους 2,1°C αν τηρηθούν οι βασικοί στόχοι.Το αμέσως χειρότερο σενάριο προβλέπει άνοδο της θερμοκρασίας κατά 2,4°C αν τηρηθούν οι δεσμεύσεις της ατζέντας 2030 για το κλίμα, όπως η μείωση των εκπομπών του αερίου του θερμοκηπίου κατά 40% σε σύγκριση με το 1990, ενώ αν συνεχιστεί η σημερινή κατάσταση η θερμοκρασία θα ανέβει κατά 2,7°C. Όπως έχει τονίσει επανειλημμένα ο επικεφαλής του ΟΗΕ, κάθε άνοδος της θερμοκρασίας πάνω από το όριο των 2°C θα έχει καταστροφικές επιπτώσεις, με μικρές νησιωτικές χώρες να σβήνονται από το χάρτη λόγω της ανόδου της στάθμης των θαλασσών και πληθυσμούς να απειλούνται με λιμό εξαιτίας των ακραίων καιρικών φαινομένων.

Αν πάλι θέλουμε να δούμε το ποτήρι μισογεμάτο, η παρακαταθήκη του Συμφώνου της Γλασκόβης, δεν είναι αμελητέα. Η έκκληση για «σταδιακή μείωση» της χρήσης άνθρακα και των επιδοτήσεων στα ορυκτά καύσιμα αντί για «σταδιακή κατάργηση», είναι μεν προϊόν συμβιβασμού ανάμεσα σε χώρες με διαφορετικά γεωπολιτικά και ενεργειακά συμφέροντα. Ακόμα κι έτσι όμως αποτελεί δείγμα προόδου, καθώς για πρώτη φορά αναφέρονται ρητά σε επίσημο κείμενο του ΟΗΕ ο άνθρακας τα ορυκτά καύσιμα, και ειδικά ο άνθρακας, ως βασικές αιτίες της κλιματικής αλλαγής.

Θετικές δεσμεύσεις, με ηχηρές απουσίες
Στα θετικά της COP 26 είναι ότι 140 χώρες, που εκπροσωπούν πάνω από το 90% του παγκόσμιου ΑΕΠ συμφώνησαν να μειώσουν τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου στο μηδέν ως το τέλος της δεκαετίας. Εξίσου ενθαρρυντικό είναι ότι ηγέτες από περισσότερες από 120 χώρες, που αντιπροσωπεύουν το 90% των παγκόσμιων δασών, δεσμεύθηκαν να σταματήσουν, και να αντιστρέψουν την αποψίλωση των δασών ως το 2030. Ελπιδοφόρα χαρακτηρίστηκε και η «Παγκόσμια Δέσμευση για το Μεθάνιο», την οποία επεξεργάστηκαν από κοινού οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τις ΗΠΑ και την υπέγραψαν πάνω από 100 χώρες, συμφωνώντας να μειώσουν ως και 30% τις εκπομπές μεθανίου ως το 2030. Σχεδόν το 30% της αύξησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας από τη βιομηχανική επανάσταση ως σήμερα οφείλεται στις εκπομπές μεθανίου τόνισε στην σχετική της ομιλία η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν, προσθέτοντας ότι το μεθάνιο συμβάλλει ως και 80 φορές περισσότερο στην υπερθέρμανση του πλανήτη από ό,τι το διοξείδιο του άνθρακα. Λαμβάνοντας υπ’όψιν ότι οι εκπομπές μεθανίου αυξάνονται σήμερα με ταχύτερο ρυθμό από ποτέ, η δραστική μείωσή τους θεωρείται ότι θα έχει άμεσο θετικό αποτέλεσμα, αναχαιτίζοντας την άνοδο της θερμοκρασίας κατά 0,3 βαθμούς Κελσίου ήδη από το 2040.

Πάνω από 40 χώρες, ανάμεσά τους κράτη με υψηλή εξάρτηση από τον άνθρακα, όπως η Πολωνία, το Βιετνάμ και η Χιλή συνυπέγραψαν τη Δέσμευση για τον Άνθρακα, συμφωνώντας καταργήσουν τη χρήση του ως το 2030 για τις ανεπτυγμένες οικονομίες και ως το 2040 σε όλο τον πλανήτη. Ηχηρές ωστόσο ήταν οι απουσίες ισχυρών χωρών όπως η Κίνα και οι ΗΠΑ. Οι τελευταίες συνυπέγραψαν εναλλακτικό ψήφισμα, μαζί με άλλες 32 χώρες, δεκάδες τράπεζες και οικονομικούς θεσμούς, ότι ως το τέλος 2022 θα σταματήσουν να επιδοτούν τις «μη καθαρές» εξορύξεις καυσίμων, εκείνες δηλαδή που δεν χρησιμοποιούν συστήματα δέσμευσης και αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα για να το εμποδίσουν να απελευθερωθεί στην ατμόσφαιρα. Στα θετικά συγκαταλέγεται η επικύρωση του άρθρου 6 της συνθήκης του Παρισίου για την διεθνή αγορά ρύπων άνθρακα, που βάζει κανόνες στο «χρηματιστήριο» ρύπων και στη διεθνή συνεργασία των κρατών για τη μείωση των αερίων του θερμοκηπίου. Η Συμφωνία της Γλασκώβης επαναλαμβάνει τη σύσταση που απευθύνεται συνεχώς από το 2009 για «ενίσχυση της χρηματοδότησης της δράσης για το κλίμα από τις ισχυρές προς στις ανεπτυγμένες χώρες, σε πάνω από 100 δισ. δολάρια το χρόνο», κάτι το οποίο μέχρι σήμερα δεν έχει υλοποιηθεί.

Επιχειρηματικότητα και κλιματική αλλαγή: 130 τρισεκατομμύρια δολάρια υπέρ των στόχων του ΟΗΕ για το κλίμα
Οι επιχειρήσεις πρωταγωνίστησαν στην COP26, καθώς περίπου 500 παγκόσμιες εταιρείες χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, που αντιπροσωπεύουν κεφάλαια 130 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, το 40% του παγκόσμιου κεφαλαίου, δεσμεύθηκαν να εναρμονιστούν με τους στόχους της Συμφωνίας του Παρισίου για το κλίμα, μεταξύ τους και ο περιορισμός της ανόδου της θερμοκρασίας στους 1,5 βαθμούς Κελσίου. Μεγάλες αυτοκινητοβιομηχανίες, όπως οι Ford, Volvo, Jaguar-Land Rover, Μercedes-Benz, συνυπέγραψαν την κοινή διακήρυξη 100 εθνικών και τοπικών κυβερνήσεων και πόλεων να σταματήσουν τις πωλήσεις αυτοκινήτων με «να εργαστούν σε κοινή κατεύθυνση ώστε όλες οι πωλήσεις νέων αυτοκινήτων και φορτηγών παγκοσμίως να αφορούν οχήματα μηδενικών ρύπων», με χρονικό ορίζοντα το 2040, ή το αργότερο ως 2035 για τις κυρίαρχες αγορές.

Το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ (WEF) εστιάζει στην επιτυχία της καμπάνιας «Race to Zero», για μηδενικές εκπομπές άνθρακα ως το 2050 το αργότερο, την οποία έχουν αγκαλιάσει πλέον πάνω από 3.000 επιχειρήσεις παγκοσμίως και 170 από τους μεγαλύτερους διεθνείς επενδυτές – μαζί με 700 πόλεις, 30 περιφέρειες κα 600 ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα.
Στο επίπεδο της επιχειρηματικής ηγεσίας, το WEF ξεχωρίζει τη Συμμαχία των CEOs για το Κλίμα, στην οποία συμμετέχουν πάνω από 90 διευθύνοντες σύμβουλοι πολυεθνικών επιχειρήσεων, συμφωνώντας σε κοινή δράση δημόσιου και ιδιωτικού τομέα για τη μείωση των εκπομπών ρύπων. Από την άλλη, αρνητικές κριτικές συγκέντρωσε η ισχυρότατη παρουσία της βιομηχανίας των ορυκτών καυσίμων, καθώς τουλάχιστον 100 εταιρείες πετρελαίου, φυσικού αερίου και άνθρακα εκπροσωπήθηκαν στην COP26, με περισσότερους από 500 λομπίστες, πολύ περισσότερους από τους συνέδρους που έστειλαν ακόμα και οι μεγαλύτερες χώρες.

Η Ελλάδα στον απόηχο της COP26: Όλα τα βλέμματα στον Κλιματικό Νόμο
Ανάμικτες εντυπώσεις άφησε η Συνδιάσκεψη της Γλασκόβης στους ‘Έλληνες εκπροσώπους των περιβαλλοντικών οργανώσεων. Συγκρατημένες ήταν οι δηλώσεις του Δημήτρη Ιμπραήμ, υπεύθυνου του τομέα για το κλίμα και την ενέργεια στο WWF Ελλάς. Το ελληνικό τμήμα του Παγκόσμιου Ταμείου Για τη Φύση, χαρακτηρίζει «απογοητευτικό» το κλείσιμο της COP26, σημειώνοντας ωστόσο ότι «διατηρείται ανοιχτό ένα στενό περιθώριο για την επίτευξη του στόχου του 1,5°C και επιμένοντας ότι «η ώρα για δράση ξεκινά τώρα για την Ελλάδα». Στα θετικά αποτελέσματα που προέκυψαν η WWF συγκαταλέγει το «αίτημα των πολιτών για αξιοπιστία, με τον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών Αντόνιο Γκουτέρες να δημιουργεί μια Ομάδα Εμπειρογνωμόνων Υψηλού Επιπέδου για να δώσει σαφήνεια στις ανακοινώσεις των επιχειρήσεων για τη μείωση των εκπομπών τους». Όσο για τον ρόλο που μπορεί να παίξει η Ελλάδα η WWF δίνει ιδιαίτερη έμφαση στο κλιματικό νομοσχέδιο, που βρίσκεται υπό δημόσια διαβούλευση ως τις 24 Δεκεμβρίου. «Ο κλιματικός νόμος αποτελεί το ιδανικό εργαλείο που θέτει το πλαίσιο, τους ενδιάμεσους στόχους για την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας και τα απαραίτητα ορόσημα – εμβληματικές πολιτικές που θα δίνουν το κρίσιμο στίγμα για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, την προστασία της φύσης και τη δίκαιη μετάβαση για όλους», καταλήγει η οργάνωση.

Σε αντίστοιχο μήκος κλίματος η Σάντυ Φαμελιάρη, υπεύθυνη Προγραμμάτων για την Κλιματική Αλλαγή της Greenpeace Greece, παραδέχεται, μιλώντας στο ESG+ ότι δεν υπήρχαν υψηλές προσδοκίες από την φετινή COP26, αφού «γνωρίζουμε ότι οι κοινές δεσμεύσεις απαιτούν ομοφωνία, και γι’αυτό οι τελικές αποφάσεις που προκύπτουν από τις διασκέψεις για το κλίμα είναι πάντα πιο μετριοπαθείς».

Η ίδια προσθέτει ότι «ειδικά από την Ελλάδα θα περιμέναμε να ακούσουμε περισσότερα πράγματα για την εξοικονόμηση ενέργειας, με παρεμβάσεις στα κτίρια και ενίσχυση των ενεργειακά φτωχών. Αντίθετα ακούστηκαν και παρεμβάσεις υπέρ των ορυκτών καυσίμων – όπως το φυσικό αέριο, κάτι που μας ξένισε». H εκπρόσωπος της Greenpeace Greece τονίζει ότι παράλληλα με την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, προτεραιότητα πρέπει να δοθεί και στο κομμάτι της κλιματικής προσαρμογής, περιμένοντας να δει χειροπιαστές λύσεις στο υπό διαβούλευση νομοσχέδιο για το κλίμα.


Δημήτρης Ιμπραήμ, Υπεύθυνος του Τομέα για το Κλίμα και την Ενέργεια της WWF Eλλάς

«Βρίσκεται η ανθρωπότητα σε ένα καλύτερο σημείο για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης μετά τη Διάσκεψη της Γλασκόβης; Σίγουρα. Βρίσκεται στο σημείο που πρέπει για να αντιμετωπίσει οριστικά την κλιματική κρίση μετά τη Διάσκεψη της Γλασκόβης; Όχι.

Οι κυβερνήσεις πρέπει να προχωρήσουν τώρα σε πολιτικές υλοποίησης για την απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, τη στροφή στην καθαρή ενέργεια, την προστασία της φύσης και τη χρηματοδότηση των αναπτυσσόμενων κρατών, ώστε να δείξουν ουσιαστικά αποτελέσματα. Σε διαφορετική περίπτωση η αξιοπιστία τους θα καταρρεύσει».


Σάντυ Φαμελιάρη, Υπεύθυνη Προγραμμάτων για την Κλιματική Αλλαγήτης Greenpeace

«Επειδή θα πρέπει να ζήσουμε με τα ακραία καιρικά φαινόμενα, ακόμα και αν πιαστεί ο στόχος για περιορισμό της υπερθέρμανσης στον 1,5°C οφείλουμε να θεσπίσουμε αποτελεσματικά μέτρα προστασίας απέναντι στην κλιματική κρίση. Σε αυτή την κατεύθυνση περιμένουμε να δούμε διατάξεις για την καταπολέμηση της ενεργειακής φτώχειας, τον εξηλεκτρισμό των μεταφορών, την προστασία της θαλάσσιας βιοποικιλότητας, την ενίσχυση της αναγεννητικής γεωργίας, που βοηθάει το έδαφος να γίνει εύφορο και να δεσμεύει το διοξείδιο του άνθρακα. Κυρίως όμως περιμένουμε τις διατάξεις του κλιματικού νομοσχεδίου για την μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και την ενεργειακή μετάβαση».